Έγκλειστο δόντι είναι το δόντι που απλά έχει «κολλήσει» στις γνάθους και δεν έχει ανατείλει στο στόμα. Συχνά οι ασθενείς έχουν πρόβλημα με τους έγκλειστους τρίτους γομφίους (φρονιμίτες). Αυτά τα δόντια μπορεί να «κολλήσουν» στο πίσω μέρος των γνάθων και να προκαλέσουν επώδυνες φλεγμονές και πολλά άλλα προβλήματα (δες έγκλειστοι φρονιμίτες). Επειδή δεν υπάρχει λειτουργική ανάγκη να κρατάμε τους φρονιμίτες, όταν αυτοί δημιουργήσουν κάποιο πρόβλημα, τους αφαιρούμε χειρουργικά.
Οι κυνόδοντες της άνω γνάθου είναι τα αμέσως συχνότερα δόντια που «κολλάνε» στη γνάθο, μετά τους φρονιμίτες. Οι κυνόδοντες είναι πολύ σημαντικά δόντια και παίζουν κύριο ρόλο στο πως δαγκώνουμε. Οι κυνόδοντες είναι επίσης πολύ ισχυρά δόντια και έχουν τη μακρύτερη ρίζα απ’ όλα τα δόντια. Έχουν σχεδιαστεί να είναι τα πρώτα δόντια που έρχονται σε επαφή όταν οι γνάθοι κλείνουν κι έτσι «οδηγούν» τα υπόλοιπα δόντια στη σωστή σύγκλειση (κλείσιμο).
Φυσιολογικά οι κυνόδοντες είναι τα τελευταία από τα μπροστινά δόντια που ανατέλλουν. Συνήθως ανατέλλουν στο 13ο έτος της ηλικίας και κλείνουν οποιοδήποτε διάστημα μεταξύ των μπροστινών δοντιών, πιέζοντάς τα. Εάν κάποιος κυνόδοντας είναι έγκλειστος τότε πρέπει να γίνει κάθε προσπάθεια ώστε αυτός να πάρει τη σωστή θέση στο οδοντικό τόξο.
Οι τεχνικές που βοηθούν στην ανατολή των δοντιών μπορούν να εφαρμοστούν σε οποιοδήποτε έγκλειστο δόντι της άνω και της κάτω γνάθου αλλά πιο συχνά εφαρμόζονται στους κυνόδοντες της άνω γνάθου. Το 60% των εγκλείστων κυνοδόντων βρίσκονται στην οροφή του στόματος (υπερώα).
Η έγκαιρη διάγνωση των εγκλείστων κυνοδόντων είναι το κλειδί για την επιτυχημένη θεραπεία.
Όσο πιο μεγάλος σε ηλικία είναι ο ασθενής τόσο πιο απίθανο γίνεται το ενδεχόμενο να ανατείλει φυσιολογικά ο κυνόδοντας ακόμα κι αν υπάρχει ο απαιτούμενος χώρος. Συνιστούμε τον ακτινογραφικό έλεγχο (πανοραμική) στην ηλικία των 7 ετών ώστε να μετρηθούν όλα τα δόντια και να προσδιοριστεί αν υπάρχουν προβλήματα με την ανατολή τους.
Είναι πολύ σημαντικό να δούμε αν όλα τα μόνιμα δόντια υπάρχουν ή αν κάποιο λείπει. Μήπως υπάρχουν επιπλέον δόντια ή κάποιες άλλες αιτίες που εμποδίζουν την ανατολή του κυνόδοντα; Υπάρχει συνωστισμός των δοντιών ή υπάρχει πολύ μικρός χώρος που εμποδίζει την ανατολή του κυνόδοντα;
Ο ορθοδοντικός τοποθετεί (brackets) σιδεράκια, ώστε να δημιουργηθεί ο κατάλληλος χώρος για την ανατολή του μόνιμου δοντιού. Εάν χρειαστεί ο γναθοχειρουργός μπορεί να αφαιρέσει το νεογιλό (παιδικό δόντι) και/ ή κάποιο επιλεγμένο μόνιμο δόντι που εμποδίζει την ανατολή των πολύ σημαντικών κυνοδόντων. Ο γναθοχειρουργός ίσως χρειαστεί να αφαιρέσει οποιοδήποτε επιπλέον δόντι (υπεράριθμο) υπάρχει ή κάποιο άλλο εμπόδιο το οποίο μπλοκάρει την κανονική ανατολή του δοντιού. Εάν η οδός της ανατολής είναι «καθαρή» και ανοιχτεί αρκετός χώρος μέχρι την ηλικία των 11-12 ετών, τότε είναι πιθανό ο κυνόδοντας να ανατείλει φυσιολογικά. Εάν οι κυνόδοντες αφεθούν να αναπτυχθούν έως την ηλικία των 13-14 ετών είναι δύσκολο να ανατείλουν κανονικά, ακόμη κι αν υπάρχει χώρος.
Εάν ο ασθενής είναι αρκετά μεγάλος (άνω των 40 ετών) τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ο κυνόδοντας να έχει αγκυλωθεί «κολλήσει» στο οστό. Σε αυτές τις περιπτώσεις το δόντι παρά τις όποιες προσπάθειες είναι αδύνατον να μετακινηθεί. Δυστυχώς, η μόνη λύση που απομένει είναι η εξαγωγή του έγκλειστου δοντιού και η αναπλήρωσή του με κάποιον άλλο τρόπο (π.χ. εμφύτευμα ή γέφυρα).
Τι συμβαίνει όταν οι κυνόδοντες δεν ανατέλλουν παρά του ότι υπάρχει ο διαθέσιμος χώρος;
Στις περιπτώσεις που δεν ανατέλλουν αυθόρμητα οι κυνόδοντες, ο γναθοχειρουργός συνεργάζεται με τον ορθοδοντικό ώστε να «φέρουν» το δόντι στον οδοντικό φραγμό. Κάθε περίπτωση πρέπει να εκτιμάται ξεχωριστά αλλά η θεραπεία συνήθως περιλαμβάνει αυτή τη συνεργασία γναθοχειρουργού- ορθοδοντικού.
Το πιο κοινό σενάριο θεραπείας ξεκινά με τον ορθοδοντικό να τοποθετεί σιδεράκια. Έτσι δημιουργείται ο κατάλληλος χώρος για την ανατολή του κυνόδοντα. Εάν ο νεογιλός κυνόδοντας υπάρχει ακόμη, συνήθως μένει έως ότου δημιουργηθεί ο κατάλληλος χώρος. Όταν δημιουργηθεί ο κατάλληλος χώρος τότε ο ορθοδοντικός παραπέμπει τον ασθενή στον γναθοχειρουργό ώστε να αποκαλύψει το έγκλειστο δόντι και να το συνδέσει μέσω ενός bracket με τα υπόλοιπα δόντια.
Η επέμβαση αποκάλυψης γίνεται συνήθως υπό τοπική αναισθησία. Ουσιαστικά τα ούλα που καλύπτουν το έγκλειστο δόντι ανασηκώνονται ώστε να αποκαλυφθεί το δόντι. Εάν υπάρχει και το νεογιλό (παιδικό) δόντι αυτό εξάγεται στην ίδια επέμβαση. Στη συνέχεια τοποθετείται ένα bracket στο έγκλειστο δόντι, το οποίο μέσω μίας αλυσίδας συνδέεται με τα υπόλοιπα σιδεράκια.
Σύντομα, (1-14 ημέρες) μετά την επέμβαση, ο ασθενής επισκέπτεται ξανά τον ορθοδοντικό, ο οποίος τοποθετεί τις κατάλληλες δυνάμεις στο δόντι ώστε αυτό να ανατείλει. Συνήθως είναι μία αργή διαδικασία που κρατάει σχεδόν 1 χρόνο. Θυμηθείτε, ο σκοπός είναι να κάνουμε το δόντι να ανατείλει και όχι να το αφαιρέσουμε!! Όταν το δόντι πάρει τη θέση του στο φραγμό, γίνεται η τελική εκτίμηση για τα ούλα γύρω από αυτό, εάν δηλαδή έχουν αρκετό πάχος για να αντέξουν την πίεση των μασητικών δυνάμεων και τις δυνάμεις των τροφών και του βουρτσίσματος.
Εάν δεν έχουν αρκετό πάχος τότε ίσως χρειαστεί μια επέμβαση ουλοπλαστικής ώστε να το αποκτήσουν. Αυτές οι βασικές αρχές βρίσκουν εφαρμογή σε όλες τις περιπτώσεις εγκλείστων δοντιών. Σε περιπτώσεις που και οι δύο κυνόδοντες είναι έγκλειστοι τότε οι αποκαλύψεις γίνονται σε μία χειρουργική επέμβαση. Έτσι, ο ασθενής έχει να περιμένει μόνο μία φορά για την περίοδο επούλωσης.
Τί να περιμένω από τη χειρουργική επέμβαση αποκάλυψης και τοποθέτησης brackets σε ένα έγκλειστο δόντι;
Η χειρουργική αποκάλυψη έγκλειστου δοντιού γίνεται συνήθως υπό τοπική αναισθησία στο γναθοχειρουργικό ιατρείο. Διαρκεί έως 60 λεπτά περίπου (παραπάνω εάν είναι δύο έγκλειστα δόντια). Οι λεπτομέρειες της επέμβασης είναι κάτι που μπορούμε να συζητήσουμε σε ένα ραντεβού και να απαντηθούν τυχόν απορίες σας.